Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

ΗΘΗ και EΘΙΜΑ του ΓΑΜΟΥ στο ΣΑΛΕΣΙ

Την Πέμπτη άρχιζαν να προετοιμάζουν το γάμο. Στις τρεις το απόγευμα καλούσαν τις κοπέλες στο σπίτι της νύφης να φτιάξουν τον γιούκο, με τα προικιά που είχαν πλύνει και σιδερώσει τις προηγούμενες μέρες. Πάνω σε ένα σεντούκι στρώναν ένα σεντόνι άσπρο και επάνω του δύο στρώματα γεμάτα άχυρο. Πάνω σε αυτά στρώναν όλα τα προικιά της νύφης. Κάτω-κάτω έβαζαν τις φλοκάτες (τα πλιάφια), τις αντρομίδες (τις σκόρσες), τα χράμια, τις πονόβες, τις βελέντζες, τα σεντόνια, κεντητές μαξιλάρες, ψιλά υφαντά και άλλα ωραία κεντήματα και πλεχτά. Τον ρουχισμό, τα γανώματα και τα άλλα πράγματα που ήσαν μέρος της προίκας, τα κρέμαγαν σε απλωμένα σκοινιά στο δωμάτιο, σε μιά γωνιά του δωματίου και πάνω σε τραπέζια. Ο γιούκος έφτανε ως το σταύρωμα (την ξυλοδεσιά του ταβανιού) του σπιτιού. Όταν έρχονταν οι κοπέλες που είχαν προσκαλέσει, έβαζαν λεφτά καρφιτσωμένα σε μεταξωτά μαντηλάκια, λευκά, ροζ, κρεμ ή κίτρινα, ή σε μαντήλια κεφαλής. Τραγουδούσαν και χόρευαν ενώ στις καλεσμένες κερνούσαν λουκούμια και για ποτό ούζο, ανακατεμένο με ροσόλι. Το βράδυ της ίδιας μέρας αφού φεύγαν οι κοπέλλες «πιάναν» το προζύμι για το κουλούρι της νύφης στο σπίτι της νύφης και το προζύμι για το κουλoύρι του γαμπρού στο σπίτι του γαμπρού. Το «έπιανε» μια κοπέλα που ζούσαν οι γονείς της ή γυναίκα που ζούσε ο άντρας της. Απαγορευόταν χήρα ή χωρισμένη. Το προζύμι το «έπιαναν» και το ζύμωναν στη σκάφη.

Το πρωϊ της Παρασκευής είχαν καλέσει τους συγγενείς της νύφης ή του γαμπρού ανάλογα για να κεντήσουν το κουλούρι. Μέσα σε μια πετσέτα ή μαντηλάκι έβαζαν ρύζι, κουφέτα, στραγάλια, φουντούκια, μύγδαλα, σταφίδες και λεφτά. Μετά από το στόλισμα του κουλουριού και πριν φύγουν, άνοιγαν το μαντηλάκι και μέσα σε ένα ταψί ή πάνω στο σοφρά που έκαναν το κουλούρι, ρίχναν το περιεχόμενό τους. Μετά «ρίχναν» το κουλούρι στο φούρνο. Την ίδια στιγμή «πέφταν» ντουφέκια τιμητικά για το κουλούρι. Οι γυναίκες ήσαν στολισμένες με καλά μαντήλια κεφαλής στολισμένα ένα γύρω με λουλούδια πολύχρωμα. Κάθε χήρα που τύχαινε να είναι συγγενής και βρισκόταν εκεί, έβγαζε το μαύρο μαντήλι και φορούσε για 40 μέρες μαντήλι λαδί. Μαζί με το κουλούρι της νύφης κάναν και πολλά μικρά κουλούρια όμοια με το μεγάλο που τάστελναν στο συμπεθεριό, σα σημείο προσκάλεσης στο γάμο. Το κουλούρι γινόταν με αλεύρι και μέλι ή ζάχαρη που ήταν σημάδια για να είναι γλυκός ο βίος των νιόνυφων. Το κουλούρι και τα κουλουράκια ήσαν καταστολισμένα με λουλουδάκια, μοσχογαρύφαλλα, μπιρμπίλες, γαϊτανάκια και κάθε λογής σχέδια.

Το Σαββάτο συνέχιζαν το γλέντι με χορούς και τραγούδια. Συνήθως το Σαββάτο το απόγευμα, έστελνε ο γαμπρός στη νύφη, με ένα αγόρι από το σόϊ του που ζούσαν και οι δυό γονείς του, τα ασημικά και τα στολίδια που θα φόραγε την άλλη μέρα στο γάμο, αλλά οι περισσότεροι γαμπροί, τα έστελναν την Κυριακή το πρωϊ μετά την λειτουργία. Η νύφη έστελνε στο γαμπρό το γαμπριάτικο πουκάμισο που τόχε φτιάξει η ίδια.

Έτσι έφτανε η Κυριακή. Το πρωϊ και μετά από το τέλος της λειτουργίας, μαζεύονταν οι συμπεθέροι στο σπίτι της νύφης και του γαμπρού και τους έβαζαν να φάνε. Τα όργανα ξεκινούσαν να πάρουν τον κουμπάρο. Μαζί πλέον με τον κουμπάρο πήγαιναν να πάρουν τον γαμπρό. Ο γαμπρός πιο παλιά φορούσε φουστανέλλα και αργότερα κουστούμι. Από το σπίτι του γαμπρού πήγαιναν στο σπίτι της νύφης. Μπροστά πήγαινε ένα αγόρι που κουβάλαγε σε δίσκο το κουλούρι του γαμπρού και πίσω ένα άλλο αγόρι που κρατούσε μέσα σε πανέρι στολισμένο τα ασημικά και τα στολίδια δώρα προς τη νύφη αν δεν τα είχαν στείλει πιό νωρίς. Τα όργανα ώσπου να φτάσουν στο σπίτι της νύφης «βάραγαν» το «χαβά της νύφης» που ήταν λυπητερός σκοπός, γιατί το συμπεθεριό του γαμπρού ερχόταν να χωρίσει για πάντα τη νύφη από το πατρικό της. Απ΄έξω από το σπίτι, τον γαμπρό υποδέχονταν ο πεθερός, η πεθερά και τα κουνιάδια του. Εδώ ο πεθερός του κρεμούσε στο πέτο ένα μαντηλάκι μεταξωτό με ένα φλουρί ραμμένο στην κάτω γωνία και το ίδιο η πεθερά. Ο γαμπρός φίλαγε το χέρι των πεθερικών και οι συμπεθέρες της νύφης τούριχναν στο λαιμό, καλά μαντήλια κεφαλής που μετά, όταν «σήκωναν» το γιούκο, τα έβαζαν σε ένα ταγάρι και τα έπαιρναν στο σπίτι του γαμπρού.  Μπαίνοντας στο σπίτι για να πάρει την νύφη, κάποιος από τους κουνιάδους του του «χτύπαγε» ένα χαστούκι. Μετά προχωρούσε και κερνούσε το γιούκο, καρφιτσώνοντας χρήματα και το ίδιο έκαναν και οι συμπεθέροι του γαμπρού. Όλοι μαζί, η νύφη εμπρός, που την βάσταγε ο πατέρας της ή ο αδελφός της ή ο κοντινότερος συγγενής και όλη η πομπή πήγαιναν στην εκκλησία. (Τα πολύ παλιά χρόνια ο γάμος όπως και η βάφτιση γίνονταν στο σπίτι). Η νύφη φόραγε τα νυφικά της, τα σιγγούνια όπως τα έλεγαν. Όταν τέλειωνε η στέψη, μπροστά τα όργανα που έπαιζαν τις διάφορες χαρούμενες «μπατινάδες» του γάμου, πήγαιναν πάλι πίσω στο σπίτι της νύφης. «Χόρευαν τον γαμπρό» όλοι οι συμπεθέροι της νύφης με την σειρά (χόρευε δηλαδή μπροστά ο κάθε συμπέθερος και μετά ο γαμπρός). Αφού τέλειωναν όλοι έμπαινε ο γαμπρός στο σπίτι της νύφης, εκεί που ήταν ο γιούκος και τον «έρριχνε» (τα πολύ παλιά χρόνια που η στέψη γινόταν στο σπίτι της νύφης γλύτωναν απο τον μπελά να γυρίσουν πάλι στο σπίτι της νύφης για να πάρουν τον γιούκο, χόρευαν οι συμπέθεροι τον γαμπρό και αυτός έρριχνε τον γιούκο). Τον γιούκο τον φόρτωναν στα κάρα  για το σπίτι του γαμπρού. Για ασφάλεια πήγαιναν οι συμπέθεροι του γαμπρού μαζί με τον γιούκο τραγουδώντας. Εδώ διάφοροι συγγενείς της νύφης προσπαθούσαν να κλέψουν κάτι από την προίκα όπως ήταν το έθιμο. Μπροστά έβαζαν τις εικόνες για να έχουν την ευλογία του Θεού. Φτάνοντας στο σπίτι του γαμπρού η μάνα και οι θειάδες του πρώτα-πρώτα και ο πατέρας του μετά περίμεναν το ζευγάρι στην αυλή. Η μάνα του γαμπρού φίλαγε σταυρωτά τη νύφη και τον γαμπρό λέγοντάς του να ζήσουν, το ίδιο έκανε ο πεθερός και οι στενοί συγγενείς. Η πεθερά κρεμούσε χρυσό ή ασημένιο νόμισμα αξίας στη νύφη. Μετά το υπόλοιπο συγγενολόϊ του γαμπρού φίλαγε την νύφη. Κατόπιν η πεθερά πάλι, κρατώντας ένα ποτήρι μέλι, που είχε μέσα αμύγδαλα για το καλό ριζικό, της έβαζε το μικρό δάχτυλο  μέσα στο ποτήρι και πιάνοντάς της το, το σταύρωνε τρεις φορές στη πόρτα. Αυτό σήμαινε ευτυχία. Η ίδια πάλι της έδινε ένα ρόδι και σταύρωνε, βαστώντας της το χέρι, την πόρτα τρεις φορές και η νύφη το πέταγε μέσα στο σπίτι να σπάσει και αυτό ήταν για να ζήσουν πολλά χρόνια. Μετά η πεθερά έπαιρνε ένα μεγάλο μεταξωτό άσπρο μαντήλι και ζώνοντας το ζευγάρι από το σβέρκο, τους τράβαγε μέσα σε όλα τα δωμάτια του σπιτιού. Μόλις τελείωνε κι αυτό τους έδιναν και έτρωγαν τηγανίτες με μέλι. Όταν ο πατέρας του γαμπρού δεν ζούσε, την υποδοχή αντί για την πεθερά την έκανε μία θεία του γαμπρού ή η αδελφή του γιατί το «εξέταζαν» να δεχτεί την νύφη η πεθερά, σαν χήρα που ήταν. Μετά από λίγο κάθονταν να φάνε. Επικεφαλής ο γαμπρός με τη νύφη, ο κουμπάρος και δίπλα οι γονείς του γαμπρού. Τα παλιά χρόνια οι γονείς και το συμπεθεριό της νύφης δεν συμμετείχαν στο τραπέζι και γλέντι του γάμου, αλλά γλεντούσαν χωριστά στο σπίτι της νύφης. Συνήθως κιόλας πολλές φορές ήσαν παρεξηγημένοι για το θέμα της προίκας που έδινε ο πατέρας της νύφης γιατί φαινόταν λίγη στον πατέρα του γαμπρού ή για τα ασημικά και τα στολίδια που έστελνε ο γαμπρός στη νύφη, αν δεν ήσαν μεγάλης αξίας όπως τάθελε η νύφη. Μόλις τέλειωνε το τραπέζι άρχιζαν να παίζουν τα όργανα, η πίπιζα με το νταούλι. Πρώτος στο χορό «έμπαινε» ο πατέρας του γαμπρού και τον «βάσταγε»  η νύφη, μετά «έμπαινε» ο κουμπάρος, η κουμπάρα, που τους βάσταγε η νύφη, μετά ο γαμπρός και στο τέλος η νύφη. Η νύφη ακόμη έπρεπε να «κρατήσει» τους συμπεθέρους του γαμπρού που θα χόρευαν μπροστά (κι εδώ ο κάθε συμπέθερος που χόρευε πρώτος, «χόρευε» την νύφη). Όταν στα νεώτερα χρόνια ερχόντουσαν και οι συμπέθεροι της νύφης στο τραπέζι και το  γλέντι του γάμου, χόρευαν πάντοτε δεύτεροι, μετά το συμπεθεριό του γαμπρού. Το κουλούρι της νύφης το έκοβε ο γαμπρός και το μοίραζαν στο σόϊ του γαμπρού και το κουλούρι του γαμπρού το έκοβε η νύφη και το μοίραζαν στο σόϊ της. Ιδίως για το κουλούρι του γαμπρού γινόταν πατείς με-πατώ σε γιατί το θεωρούσαν γούρι. Ο γάμος συνεχιζόταν με χορό και τραγούδι μέρες και νύχτες πολλές, ακόμη και μία βδομάδα.

Το παραπάνω εθιμικό του γάμου καταγράφηκε το 1978 στον Αυλώνα Αττικής. Η γραφή ακολούθησε την αφήγηση  των πληροφορητριών από το Σάλεσι, οι οποίες ήσαν οι παρακάτω:

1) Βασιλική συζ. Ν.Κοροβέση
2) Ευδοξία συζ. Στέργιου Γραίγου
3) Αθηνά συζ. Γ.Ποταμιάνου
4) Παναγιώτα συζ. Ν.Γεωργίτσα
5) Σοφία συζ. Ι.Γιώργα
6) Ευαγγελία συζ. Ε.Μπαλόκα

Όλες οι πληροφορήτριες έχουν, εδώ και πολύ καιρό τώρα, φύγει από κοντά μας, και αυτή εδώ η καταγραφή αφιερώνεται στην μνήμη τους, σαν ελάχιστο δείγμα ευγνωμοσύνης.

(από την ''ανάγνωση'' του τυπικού και των εθίμων του γάμου, προκύπτει σαφώς η "αντιπαλότητα'' που υπήρχε ανάμεσα στα συμπεθεριά του γαμπρού και της νύφης, κατάλοιπο από το αρχαίο έθιμο της αρπαγής της νύφης, σαν μέσον επίτευξης του γάμου)